«Με τα βιβλία συμβαίνει ό,τι και με τους ανθρώπους: ένας μικρός αριθμός είναι πολύ σημαντικά και τα υπόλοιπα χάνονται στο πλήθος.»
Βολταίρος
Αν η χρονιά μου είχε τίτλο αυτός θα ήταν: η χρονιά των μεγάλων αλλαγών. Δεν ξέρω αν φταίει αυτή συνθήκη ή αν φταίει το γεγονός ότι ο Εντουάρ Λουί είναι συγκλονιστικός -μάλλον το δεύτερο- πάντως το βιβλίο του Αλλαγή: Μέθοδος, από τις εκδόσεις Αντίποδες (2022), είναι το πιο όμορφο βιβλίο που διάβασα αυτή τη χρονιά και σίγουρα το πιο αγαπημένο μου. Και η λέξη όμορφο δεν είναι τυχαία. Αν κάτι πετυχαίνει ο Λουί είναι να μιλήσει για την ομορφιά της ειλικρίνειας, της αλλαγής, του ταξιδιού προς αυτήν, που καμιά φορά μπορεί να είναι τρομακτικά επώδυνο, της εξομολόγησης, της ρήξης με τον εαυτό σου και με τον κόσμο γύρω σου. Ο Λουί αφηγείται την διαρκή επανεπινόηση του εαυτού του, “αναμειγνύει κριτική και νοσταλγία, εξιστορεί τα στάδια που περνάει κανείς για να μεταμορφώσει τον εαυτό του ολοκληρωτικά”.
Από την άλλη, το μυθιστόρημα Μικρά πράγματα σαν κι αυτά της Claire Keegan, από τις εκδόσεις Μεταίχμιο (2022), το αγάπησα για πολύ διαφορετικούς λόγους: για την άμεση και βαθιά συγκίνηση που προσφέρει και την πίστη στην ελπίδα και στην καλή έκβαση των πραγμάτων. Σε μια μικρή πόλη της Ιρλανδίας, το 1985, λίγο πριν τα Χριστούγεννα, ο Μπιλ Φέρλανγκ έρχεται αντιμέτωπος “τόσο με το παρελθόν του όσο και με τη συνένοχη σιωπή μιας πόλης που φαίνεται πως βρίσκεται υπό τον έλεγχο της Εκκλησίας”.
Ξεχώρισα την άκρως εθιστική ποίηση του Julio Cortázar, από τις εκδόσεις Biblioteque. Γιατί διαβάζοντάς τον νιώθεις τον έρωτα, τον πόνο, την απόγνωση, το πάθος να ξεχειλίζει από παντού.
Και θα πω τα λόγια που λέγονται, και θα φάω τα πράγματα που τρώγονται, και θα ονειρευτώ τα πράγματα που τα ονειρεύεται κανείς, και ξέρω πολύ καλά που δεν θα είσαι.
Θαύμασα τα Έθιμα Ταφής της Hannah Kent, από τις εκδόσεις Ίκαρος (2014), γιατί είναι το πιο αριστοτεχνικά γραμμένο βιβλίο που διάβασα. Η ιστορία της Άγκνες Μάγκνουσντότιρ που το 1829, στη Βόρεια Ισλανδία, κατηγορούμενη για το θάνατο δύο αντρών, καταδικάζεται σε θάνατο. Άρτιο από κάθε άποψη, μιλάει για την σαρωτική και εύθραυστη φύση της αλήθειας, συνδυάζει ιστορία και μυθοπλασία.
Γοητεύτηκα από το Τούνελ του Enesto Sábato, από τις εκδόσεις Μεταίχμιο (2018), γιατί είναι μια νουβέλα που δεν μπορείς να αφήσεις από τα χέρια σου. Γνωρίζεις από την αρχή την έκβαση της ιστορίας αλλά και πάλι νιώθεις αγωνία. Ένας σαρωτικός υπαρξιακός μονόλογος, “μια καταστροφική ιστορία έρωτα, πάθους και ζήλιας που καταλήγει στο έγκλημα”.
Τέλος, αγάπησα λίγο παραπάνω τα διαφορετικά βιβλία. Το Πάνω στα ποτάμια που κυλούν του António Lobo Antunes, από τις εκδόσεις Πόλις (2019), για τη χειμαρρώδη γραφή, τη δύναμη των συναισθημάτων. Για την ισορροπία μεταξύ ζωής και θανάτου. Για την πρωτότυπη αποτύπωση του σημείου τομής τους. Και γιατί αν μπορούσα να γράφω θα ήθελα να γράφω όπως ο συγγραφέας του βιβλίου. Ο Lobo Antunes γράφει, βιωματικά, σχεδόν ενοχλητικά, εθιστικά, για έναν άντρα που βρίσκεται καθηλωμένος στο κρεβάτι ενός νοσοκομείου, από τις 21 Μαρτίου έως τις 4 Απριλίου. Ένας συνδυασμός φαρμάκων, πόνου και ακατάληπτου φόβου προκαλεί ένα ποτάμι αναμνήσεων, ένα μπερδεμένο χρονικό πλαίσιο όπου παρελθόν και παρόν δεν έχουν σαφή όρια.
Τέλος, το Λάννυ του Max Porter, από τις εκδόσεις Πόλις (2020), που το διάβασα στην εκπνοή του προηγούμενου χρόνου. Το πλέον ιδιαίτερο βιβλίο που έχω διαβάσει ποτέ, μετά το Η θλίψη είναι ένα πράγμα με φτερά, το πρώτο βιβλίο του αξιοπρόσεκτου συγγραφέα. Ναι μεν το είχα αγαπήσει λίγο παραπάνω εκείνο, ωστόσο με το Λάννυ ο συγγραφέας μας έδειξε ότι δεν ήταν τυχαίο εκείνο το πρώτο θαυματάκι. Ο Λάννυ δεν είναι μόνο ένα παιδί. Είναι μια ιδέα, ένας φόβος, μια ελπίδα. Είναι ένα φανταστικό ον και παράλληλα ένα πολύ πραγματικό πλάσμα που ζει δίπλα μας, μέσα μας. Είναι ένα σχέδιο, μια ζωγραφιά ή μια καρικατούρα. Και το βιβλίο του Porter είναι ακόμα μια φορά μια ευχάριστη έκπληξη. Είναι ένα δράμα, ένα παραμύθι, μια αλληγορία, ένα έργο τέχνης, μια μουσική πράξη, ένα θεατρικό δρώμενο, ένα παιχνίδι, ένα ποιητικό σύμπαν. Είναι όλα και τίποτα από αυτά.
Καλή και διαβαστερή νέα χρονιά!