Το όνομά μου είναι Λούσυ Μπάρτον, Elizabeth Strout

“Θα γράφω και εγώ βιβλία και έτσι οι άνθρωποι δεν θα νιώθουν τόσο μόνοι!”

Ωραία, άντε πάλι ένα βιβλίο για την παιδική ηλικία, για τα βασανισμένα παιδικά χρόνια, θα μπορούσε να πει κάποιος. Μα ναι, σαφώς άλλη μια τέτοια ιστορία. Γιατί, όπως γράφει η Strout «θα έχετε μόνο μια ιστορία. (…) Αυτή τη μία ιστορία σας θα τη γράψετε με πολλούς τρόπους. Ποτέ μην ανησυχήσετε για την ιστορία. Μια έχετε όλη κι όλη». Και όταν τα παιδικά χρόνια στοιχειώνουν την ενήλικη ζωή, αν μη τι άλλο, αυτό είναι μια ιστορία που αξίζει να γίνει μυθιστόρημα. 

Η Λούσυ Μπάρτον, στη δεκαετία του ’80, αναγκάζεται, μετά από μια επέμβαση, να μείνει στο κρεβάτι ενός νοσοκομείου για καιρό. Ο σύζυγός της μένει στο σπίτι να φροντίσει τα παιδιά. Η μητέρα της πηγαίνει να της κάνει παρέα για λίγες μέρες. Μέχρι εδώ όλα καλά. Η Λούσυ όμως έχει να δει τη μητέρα της πολλά χρόνια. Όπως και τον πατέρα της. Όπως και τα αδέλφια της. Όλοι την απομάκρυναν από τη ζωή τους όταν εκείνη έκανε επιλογές που δεν τις ενέκριναν. Ώρες ώρες δίνεται η εντύπωση ότι αυτή η απομάκρυνση πόνεσε την Λούσυ περισσότερο και από τις άθλιες συνθήκες κάτω από τις οποίες μεγάλωσε. Περισσότερο και από το γεγονός ότι ζούσαν σε γκαράζ, ή από τα χρόνια που οι γονείς της την κλείδωναν σε ένα βαν όσο έλειπαν, πιο πολύ από το ότι στα μάτια όλων ήταν διαφορετική, πιο πολύ και από τη βία.

Η Λούσυ βρίσκει ανακούφιση στις ιστορίες που η μητέρα της της αφηγείται όσο εκείνη ξεκουράζεται στο κρεβάτι του νοσοκομείου. Για την ακρίβεια διψάει γι’ αυτές. Διψάει για την μητέρα της, όπως έναν νεογέννητο σχεδόν. Βυθίζεται στις αναμνήσεις που προκαλούν αυτές οι ιστορίες και ξαναζεί τη ζωή της από την αρχή, σαν ταινία, με πολλά κενά, κάπως αποσπασματικά, ίσως δεν τα θυμάται και όλα, ίσως να μη θέλει κιόλας να τα θυμηθεί, ίσως να μην είναι έτοιμη ακόμα. Χωρίς, ωστόσο, να ψάχνει απαντήσεις, χωρίς να ψάχνει τον φταίχτη.

Κάπως έτσι μάλλον βρίσκουμε το δρόμο μας μέσα στον κόσμο, μισοξέροντας, μισοαγνοώντας, με αναμνήσεις που μας έρχονται και που αποκλείεται να είναι αληθινές. Όταν όμως βλέπω άλλους να περπατάνε με αυτοπεποίθηση στο πεζοδρόμιο σαν να είναι τελείως ελεύθεροι από τρόμο, συνειδητοποιώ ότι δεν ξέρω πως είναι οι άλλοι άνθρωποι. Με υποθέσεις πορευόμαστε, φαίνεται, στη ζωή. 

Το βιβλίο της Strout είναι ιδιαίτερο. Δεν εκβιάζει το συναίσθημα, δεν γίνεται μελό. Αντιθέτως, εκεί που κοντεύεις να λυγίσεις, στο σ’ αγαπώ για παράδειγμα που ποτέ δεν βγαίνει από τα χείλη της μητέρας της Λούσυ, εκεί που διαβάζεις και νιώθεις ότι σου έχουν δώσει ένα χαστούκι, αλλάζει τελείως το κλίμα και νιώθεις ότι σου δίνει ένα χάδι, όπως όταν γράφει για τις κόρες της, για την αγάπη που αν και δεν πήρε, ή που πήρε με έναν πολύ μυστηριώδη τρόπο, κατάφερε να δώσει διαφορετικά εκείνη.

Το μυθιστόρημα της Elizabeth Strout είναι ένα βιβλίο για τη μητρότητα, την απώλεια, την αγάπη, την συγχώρεση, την ανεπάρκεια, αλλά και τη δύναμη και την μαγεία της γραφής. Ίσως τελικά, με έναν μη προφανή τρόπο, κυρίως για το τελευταίο. Είναι ένα βιβλίο που μου άρεσε σαφώς πολύ.

Info

Το όνομά μου είναι Λούσυ Μπάρτον, Elizabeth Strout, μετάφραση Μαργαρίτα Ζαχαριάδου, εκδόσεις Άγρα, 2019, σ. 192, ISBN: 978-960-505-416-8

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *