Ιστορία της βίας, Édouard Louis

“…θέλουν να σε φυλακίσουν μέσα σε μια ιστορία που δεν είναι η δική σου, θέλουν να σου φορέσουν μια ιστορία που δεν τη θέλησες…”

Είσαι κρυμμένος πίσω από την πόρτα. Ακούς την αδερφή σου να αφηγείται μια ιστορία που σε σημάδεψε. Είναι μια ιστορία βίας. Είναι η δική σου ιστορία βίας. Από τα δικά της χείλη, όμως, είναι μια διαφορετική ιστορία. Και μαζί με αυτήν, είναι η άποψή της για εσένα. Για το τι θα έπρεπε να είσαι, για τα λάθη που κάνεις, για τις ανεπάρκειές σου… Καμιά φορά φοβάσαι να αναλογιστείς τι σκέφτονται οι άλλοι -όχι απλά οι άλλοι, οι δικοί σου άνθρωποι- για εσένα. Καμιά φορά φοβάσαι την ματιά των τρίτων επάνω σου. Πώς να είναι όταν τελικά οι φόβοι σου παίρνουν σάρκα και οστά;

Στην Ιστορία της βίας, το δεύτερο κατά σειρά μυθιστόρημα του Εντουάρ Λουί, παρακολουθούμε μια ημέρα από τη ζωή του, όταν μια τυχαία γνωριμία καταλήγει σε μια τραυματική και βίαιη επίθεση. Είναι η 25η Δεκεμβρίου. Η απρόσμενη γνωριμία με έναν άντρα, η έκπληξη, ο αρχικός ενθουσιασμός, το πάθος και τελικά ο φόβος, η απόγνωση, η παράλυση. Ο Ρεντά, ο θύτης, είναι Καβύλος (βερβερίνικη εθνοτική ομάδα που κατοικεί στην βόρεια Αλγερία, όπως σημειώνει η μεταφράστρια) και περιθωριακός. Είναι ένας άνθρωπος που έχει περάσει πολλά και έχει αρκετά κοινά με τον ίδιο τον Λουί. Είναι ένας από εκείνους τους ανθρώπους για τους οποίους ο Λουί θα έδινε μεγάλο αγώνα για να τον υπερασπιστεί, για να τον προστατεύσει. Είναι στα μάτια του και εκείνος θύμα.

(...) Περίμενα. Αλλά δεν ερχόταν κανείς. Καθόμουν εκεί. Είχα την αίσθηση πως ήμουν κομπάρσος σε μια ιστορία που δεν ήταν η δική μου. Πάσχιζα να θυμηθώ για να διώξω τη σκέψη, όχι ότι δεν είχε συμβεί τίποτα - πως θα μπορούσα να σκεφτώ κάτι τέτοιο- αλλά ότι είχε συμβεί σε κάποιον άλλον, σε κάποιον άλλον άνθρωπο, και ότι εγώ είχα παρακολουθήσει τη σκηνή απέξω· σκέφτηκα: Από εκεί προέρχεται αυτή η εμμονή. Γι' αυτό αναρωτιέσαι, εμμονικά, τι θα σκεφτόταν το παιδί που ήσουν για τον μεγάλο που έγινες. (...)

Διακόσιες περίπου σελίδες γεμάτες ένταση που κλιμακώνεται σταδιακά, αυτό είναι η Ιστορία της Βίας. Το πιο ξεχωριστό σε αυτό το βιβλίο, ωστόσο, είναι η εναλλαγή των δύο φωνών: από τη μία ο Λουί και από την άλλη η αδερφή του και το πως εκείνη επιλέγει να αφηγηθεί την ιστορία του αδερφού της. Από τη μια ο συγγραφέας και από την άλλη η ψυχρή ματιά των τρίτων επάνω του. Λίγο από τον έναν και λίγο από τον άλλο δημιουργείται κάτι σπουδαίο, κάτι πέρα από την ιστορία μιας μεμονωμένης επίθεσης και ενός τραυματικού βιασμού, πέρα από την ιστορία της ντροπής, πέρα από το προσωπικό.

Πρόκειται για ένα ακόμα βιβλίο του Εντουάρ Λουί που μοιάζει με ζωντανό οργανισμό. Ακούς μια καρδιά να χτυπάει και μια ανάσα να ασθμαίνει, βλέπεις τις σταγόνες του ιδρώτα στο λαιμό. Και ανήκει στην κατηγορία εκείνη των βιβλίων που περισσότερο από κάθε τι τα αισθάνεσαι. Ο λόγος του, εκτός από πολιτικός και αποκαλυπτικός, είναι για ακόμα μια φορά αναπόφευκτα αφυπνιστικός.

Γι’ αυτό πιστεύω πως η λογοτεχνία έχει έναν ρόλο να παίξει: μπορεί να προσπαθήσει να αποτυπώσει, να ανασυστήσει τις αντικειμενικές πραγματικότητες. Η λογοτεχνία μπορεί να εμποδίσει τους ανθρώπους να αποστρέψουν το βλέμμα τους από την αλήθεια.

*από συνέντευξή του στην Μικέλα Χαρτουλάρη

https://www.efsyn.gr/tehnes/ekdoseis-biblia/210724_grafo-gia-na-kano-tin-mpoyrzoyazia-na-ntrepetai

Info

Ιστορία της βίας, Εντουάρ Λουί, μετάφραση: Στέλα Ζουμπουλάκη, εκδόσεις Αντίποδες, 2019

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *